κους-κους

κους-κους
το
1. κουτσομπολιό
2. οι ρίζες τού αρωματικού φυτού βετιβερία, καθώς και ποτό που εξάγεται από το βράσιμο τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. με τη σημ. «κουτσομπολιό» είναι ηχομιμητική].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κους — (Qus). Πόλη (58.500 κάτ. το 2003) της Αιγύπτου στο κυβερνείο (διοικητική περιφέρεια) Κένα. Βρίσκεται στην Άνω Αίγυπτο, στην ανατολική όχθη του Νείλου. Διαθέτει εργοστάσιο ζάχαρης και συνδέεται οδικώς με το Κορσέιρ. Οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν… …   Dictionary of Greek

  • Κους, Πολικάρπ — (Polykarp Kusch, Μπλάνκενμπουργκ 1911 – Ντάλας, Τέξας 1993). Αμερικανός φυσικός, γερμανικής καταγωγής. Ξεκίνησε την επιστημονική του δραστηριότητα υπό τη διεύθυνση του Ρέιμπι στο πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Έπειτα από μια περίοδο… …   Dictionary of Greek

  • Λαμπ, Γουίλις Γιουτζίν — (Willis Eugene Lamb, Λος Άντζελες 1913 –). Αμερικανός φυσικός. Μετά τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, εργάστηκε κατά τη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου πολέμου στο εργαστήριο ακτινοβολιών του πανεπιστημίου Κολούμπια, στο οποίο… …   Dictionary of Greek

  • μάκους — μά̱κους , μᾶκος neut gen sg (attic epic doric) μά̱κους , μῆκος length neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Uncial 0171 — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 0171 Text …   Wikipedia

  • DEGRADATIO — I. DEGRADATIO in Communione Romana, Depositione longe gravior, est poena Ecclesiastica, quâ Clericus, oblatis ordinis Insignibus, ab Episcopo, coram Iudice Saeculari, cui postmodum traditur, privatur titulo Clericali: Episcopis vero degradatis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Νουριστανοί — και Νοθριστανοί ή Νούρι ή Καφίρ, οι λαός τού Αφγανιστάν που ζει στην ορεινή περιοχή Χιντού Κους …   Dictionary of Greek

  • κέρμα — Αρχαίος οικισμός της Νουβίας, στα Ν του τρίτου καταρράκτη του Νείλου. Βρίσκεται στο σημερινό Σουδάν. Η ονομασία του στα αρχαία αιγυπτιακά ήταν Ivμπού Αμενεμχέτ, ενώ είναι επίσης γνωστός ως Κάρμα. Έπειτα από ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή από… …   Dictionary of Greek

  • Ελληνόσπηλιος — Σπήλαιο στον νομό Χανίων, κοντά στον οικισμό Αφράτα. Βρίσκεται σε απόσταση 2 χλμ. από τον οικισμό, στην απότομη ανατολική ακτή του ακρωτηρίου Σπάθα. Έχει μεγάλη και επιβλητική είσοδο και δάπεδο σχεδόν οριζόντιο. Σε απόσταση περίπου 15 μ. από την… …   Dictionary of Greek

  • Κουζάνους, Νικολάους — (Nikolaus Cusanus ή Chrypffs ή Krebs von Cues, Κους, Γερμανία 1401; – Τόντι, Ιταλία 1464). Γερμανός ιερέας και φιλόσοφος. Σπούδασε νομική στην Πάντοβα, αλλά επέστρεψε στην Κολονία για θεολογικές σπουδές, στις οποίες και παρουσίαζε κλίση.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”